top of page
Αναζήτηση
  • Εικόνα συγγραφέαAggelos Kravaritis

Musical Snapshots: Σαν σήμερα κυκλοφόρησε το διπλό άλμπουμ των Led Zeppelin “Physical Graffiti”



Περνώντας μέσα από πολυάριθμα είδη, στυλ και συναισθήματα, το "Physical Graffiti" είναι ένα καλειδοσκοπικό ταξίδι στο ηχητικό τοπίο της δεκαετίας του 1970


Στα χρονικά της ροκ ιστορίας, λίγα άλμπουμ έχουν αφήσει τόσο ανεξίτηλο σημάδι όσο το “Physical Graffiti” των Led Zeppelin. Αυτό το διπλό άλμπουμ που κυκλοφόρησε στις 24 Φεβρουαρίου του 1975, είναι η απόδειξη της μουσικής ικανότητας, της δημιουργικότητας και της αχαλίνωτης φιλοδοξίας του συγκροτήματος. Περνώντας μέσα από πολυάριθμα είδη, στυλ και συναισθήματα, το “Physical Graffiti” είναι ένα καλειδοσκοπικό ταξίδι στο ηχητικό τοπίο της δεκαετίας του 1970.


Το “Physical Graffiti” ήταν το πρώτο άλμπουμ του γκρουπ που κυκλοφόρησε με τη δισκογραφική εταιρεία που ίδρυσαν οι ίδιοι, την Swan Song Records, γεγονός που τους έδινε πολύ μεγαλύτερη δημιουργική ελευθερία. Το συγκρότημα έγραψε και ηχογράφησε οκτώ νέα τραγούδια για το άλμπουμ στις αρχές του 1974 στο Headley Grange, ένα εξοχικό σπίτι στο Hampshire, όπου είχαν άπλετο χρόνο για να αυτοσχεδιάσουν, να δουλέψουν τις ενορχηστρώσεις και να πειραματιστούν με τις τεχνικές ηχογράφησης. Ο συνολικός χρόνος των κομματιών που έγραψαν τελικά κάλυπτε κάτι λιγότερο από τρεις πλευρές ενός LP, οπότε αποφάσισαν να το επεκτείνουν σε ένα διπλό άλμπουμ συμπεριλαμβάνοντας ακυκλοφόρητα κομμάτια από τα sessions για τα προηγούμενα άλμπουμ τους.


Ουσιαστικά, το “Physical Graffiti” συγκεντρώνει όλα όσα έκαναν τους Led Zeppelin ένα από τα σπουδαιότερα ροκ συγκροτήματα όλων των εποχών. Από το blues rock του “The Rover” μέχρι την αιθέρια ομορφιά του “Ten Years Gone”, και από τα καταιγιστικά riffs του “Custard Pie” μέχρι το blues “In My Time of Dying”, το άλμπουμ αναδεικνύει την απαράμιλλη μουσικότητα και συνθετική δεινότητα του συγκροτήματος.


Τα εμβληματικά riffs και σόλο του κιθαρίστα Jimmy Page είναι τόσο δυνατά και υποβλητικά όσο ποτέ, ενώ τα φωνητικά του Robert Plant βγάζουν μια σχεδόν υπερφυσική ένταση. Το κιθαριστικό παίξιμο του Jimmy Page είναι σε πρώτο πλάνο, υφαίνοντας περίπλοκα μωσαϊκά ήχου που μαγεύουν και αιχμαλωτίζουν τον ακροατή, αλλά το “Physical Graffiti” είναι απόδειξη της συλλογικής ιδιοφυΐας του συγκροτήματος, με κάθε μέλος να συνεισφέρει το δικό του μοναδικό ταλέντο στο μείγμα. Οι μπασογραμμές του John Paul Jones παρέχουν μια σταθερή βάση πάνω στην οποία η μουσική μπορεί να χτιστεί και να ανθίσει. Και έπειτα υπάρχει ο John Bonham, του οποίου το καταιγιστικό παίξιμο στα τύμπανα οδηγεί τα τραγούδια με μια ασταμάτητη ορμή. Το άλμπουμ αποτυπώνει την ουσία του ήχου των Led Zeppelin, ενώ παράλληλα διευρύνει τα όρια του τι είναι δυνατό στη ροκ μουσική.

Αλλά αυτό που πραγματικά κάνει το “Physical Graffiti” να ξεχωρίζει είναι η τεράστια φιλοδοξία και το εύρος του. Με διάρκεια πάνω από 80 λεπτά, το άλμπουμ είναι ένα εκτεταμένο έπος που καλύπτει πολυάριθμα είδη, στυλ και διαθέσεις με αβίαστη ευκολία. Από τα funky grooves του “Trampled Under Foot” μέχρι την επική μεγαλοπρέπεια του “Kashmir”, κάθε τραγούδι είναι ένα μικρό αριστούργημα. Το “Kashmir” βέβαια είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο από μόνο του.Ένα κομμάτι που από πολλούς θεωρείται το κορυφαίο των Led Zeppelin, ίσως η διασημότερη χρήση της πολυρυθμίας στη ροκ μουσική, όπου κάποια από τα όργανα παίζουν σε ρυθμό 4/4 και κάποια σε 3/4 ταυτόχρονα, κάτι που θεωρητικά θα έπρεπε να ακούγεται περίεργο και δύσκολο, όμως οι Zeppelin καταφέρνουν να το κάνουν να φαίνεται φυσικό και αβίαστο.


Όλα αυτά σε συνδυασμό με την εκπληκτική ενορχήστρωση του Jones, με τον ίδιο στο mellotron αλλά και ένα σύνολο εγχόρδων και πνευστών. Παρά τη διάρκεια και την πολυπλοκότητά του, το “Physical Graffiti” παραμένει εξαιρετικά ευχάριστο στην ακρόαση, με κάθε τραγούδι να περνάει απρόσκοπτα στο επόμενο.


Μια ακόμα σημαντική πτυχή του “Physical Graffiti” είναι το εμβληματικό εξώφυλλό του, το οποίο απεικονίζει μια πολυκατοικία της Νέας Υόρκης με κομμένα παράθυρα που αποκαλύπτουν διάφορες εικόνες ανάλογα με τη θέση της θήκης (φακέλου) των δίσκων. Αυτή η πρωτοποριακή συσκευασία αντικατοπτρίζει το εκλεκτικό μουσικό περιεχόμενο του άλμπουμ, προσκαλώντας τους ακροατές να εξερευνήσουν τα βάθη του και να αποκαλύψουν τα μυστικά του και κάνει το “Physical Graffiti” έναν από τους δίσκους που αξίζει πραγματικά να έχει κανείς σε βινύλιο.

Στα χρόνια που μεσολάβησαν από την κυκλοφορία του, το “Physical Graffiti” έχει εδραιώσει τη θέση του ως ένα από τα σπουδαιότερα άλμπουμ στην ιστορία της ροκ. Η επιρροή του μπορεί να ακουστεί σε αμέτρητα συγκροτήματα και καλλιτέχνες από διάφορα μουσικά είδη, από το hard rock και το heavy metal μέχρι τα blues, το funk και άλλα. Και όμως, παρ’ όλους τους μιμητές του, δεν υπάρχει πραγματικά τίποτα άλλο που να μοιάζει με το “Physical Graffiti”.


Το 2003, το περιοδικό Rolling Stone το κατέταξε στο νούμερο 70 της λίστας του με τα «500 καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών». Ο Robert Plant θεωρεί ότι το “Physical Graffiti” αντιπροσωπεύει το συγκρότημα στο δημιουργικό του αποκορύφωμα, και έχει δηλώσει ότι είναι το αγαπημένο του άλμπουμ των Led Zeppelin.


Ο Page έχει επίσης πει ότι το άλμπουμ ήταν το ζενίθ του συγκροτήματος, και ότι η δημιουργική ενέργεια από το τζαμάρισμα και τη σταδιακή επεξεργασία των δομών των τραγουδιών οδήγησε σε πρωτόγνωρα μονοπάτια. Στην κριτική του για το άλμπουμ στο BBC Music το 2007, ο Chris Jones το περιέγραψε ως «ένα πανύψηλο μνημείο της δόξας των Zeppelin στην ακμή τους».

Τελικά, το “Physical Graffiti” είναι μια ηχητική οδύσσεια που ξεπερνά το χώρο και το χρόνο, ένα τέλειο παράδειγμα της δύναμης που έχει η μουσική να μας συγκινεί και να μας εμπνέει με τρόπους που δεν φανταζόμασταν ποτέ ότι είναι δυνατοί, μια κορυφαία έκφραση δημιουργικότητας και καινοτομίας και όσο υπάρχουν αυτιά που ακούν και καρδιές που αισθάνονται, ο αντίκτυπός του θα μείνει αμείωτος για τις επόμενες γενιές.

36 Προβολές0 Σχόλια
bottom of page