Το "Heroes" είναι απαραίτητο στον κατάλογο των άλμπουμ του Bowie για να καταλάβει κανείς τον άνθρωπο πίσω από τις περσόνες, που καταφέρνει παρά τα εμπόδια να δημιουργήσει το απόλυτο ψυχροπολεμικό άλμπουμ
Το 1977 ήταν η χρονιά που το punk βγήκε από το περιθώριο και σάρωσε σαν σίφουνας τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βρετανία (και την υπόλοιπη Δύση σε μικρότερο βαθμό) ως πολιτιστική αντίδραση στην «επιτηδευμένη» και «υπερβολική» μουσική του prog και art rock.
Αυτό οδήγησε στην κατακόρυφη πτώση της δημοφιλίας πολλών «δεινοσαύρων του ροκ», αφήνοντας τον David Bowie και πολλούς άλλους καλλιτέχνες σε ένα σταυροδρόμι.
Στη Γερμανία, και ειδικά στο Βερολίνο, όπου άνοιξε ο δρόμος για ένα μεγάλο μέρος των νέων μουσικών τάσεων, ο Bowie δημιούργησε τρία από τα σημαντικότερα άλμπουμ του μεταξύ 1977 και 1979. Η «Τριλογία του Βερολίνου» ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1977 με το “Low”, και συνεχίστηκε με το “Heroes”, που κυκλοφόρησε στις 14 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς φτιαγμένο με τους ίδιους βασικούς συνεργάτες, δηλαδή τους Brian Eno και Tony Visconti, και με την προσθήκη του Robert Fripp από τους King Crimson. Είναι κατά κάποιον τρόπο η φυσική εξέλιξη του “Low”, και το μόνο άλμπουμ της τριλογίας (“Low”, “Heroes” και “Lodger”) που ηχογραφήθηκε εξ’ ολοκλήρου στο Βερολίνο.
Το “Low”και το “Heroes” είναι δύο πολύ διαφορετικά άλμπουμ, κάτι που είναι λίγο περίεργο δεδομένου ότι μεσολάβησαν μόλις εννέα μήνες μεταξύ τους. Το πρώτο είναι αποξενωτικό και ατμοσφαιρικό, με ίσες δόσεις ροκ και ηλεκτρονικής μουσικής. Είναι διασκεδαστικό, παιχνιδιάρικο αλλά και μελαγχολικό, τόσο στα τραγούδια του όσο και στα ορχηστρικά κομμάτια της δεύτερης πλευράς. Αντίθετα, το “Heroes”, είναι ψυχρό και μηχανικό, όμορφο και κατά διαστήματα τρομακτικό. Στιχουργικά είναι σκοτεινότερο και ακόμα και ο glam/electro ήχος κάποιων τραγουδιών δεν μπορεί να φωτίσει αυτό το σκοτάδι.
Η μουσική συνεχίζει να κινείται στις ηλεκτρονικές και ambient αποχρώσεις του “Low”, ενώ διατηρείται η ίδια δομή, όπου η πρώτη πλευρά περιλαμβάνει τραγούδια ενώ η δεύτερη κυρίως ορχηστρικά κομμάτια. Το “Heroes” είναι πολύ πιο πυκνό και πολύπλοκο και τα τραγούδια του πιο μηχανικά και industrial, πρωτοποριακά και πειραματικά ακόμα και για τον Bowie, και όχι τόσο εύπεπτα. Είναι ένα σκοτεινό, μυστηριώδες και έντονα θεματικό άλμπουμ που εξερευνά τα δεδομένα και τις ισορροπίες του Ψυχρού Πολέμου.
Χωρίς γραμμική πλοκή, το άλμπουμ στριφογυρίζει γύρω από τη συναισθηματική και πολιτική αναταραχή της μόνιμης απειλής ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος. Οι σκοτεινοί και ζοφεροί στίχοι δημιουργούν καταθλιπτικές και ψυχρές εικόνες. Οι στίχοι του ομώνυμου κομματιού επηρεάστηκαν άμεσα από το Τείχος του Βερολίνου, καθώς το “Hansa Tonstudio” όπου έγιναν οι ηχογραφήσεις βρισκόταν μόλις μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά.
Το ψυχροπολεμικό κλίμα, η χωρισμένη Ευρώπη και η πυρηνική απειλή επηρέασαν πολύ το krautrock και το ευρωπαϊκό punk, και ο Bowie δεν αποτελούσε εξαίρεση. Τα γρήγορα σε tempo «συμβατικά» ροκ τραγούδια που συνθέτουν σε μεγάλο βαθμό την πρώτη πλευρά έχουν σκοπό να είναι συναρπαστικά και απειλητικά ταυτόχρονα και κάνουν τέλεια τη δουλειά τους. Το ομότιτλο κομμάτι μιλά για τη σχέση δύο ανθρώπων που χωρίζονται από έναν τοίχο, για να γίνουν «ήρωες» πεθαίνοντας με τραγικό τρόπο.
Το “Sons of the Silent Age” περιγράφει λεπτομερώς την παράνοια και την τρέλα του πολέμου. Ο industrial ήχος του “Blackout” είναι χαρακτηριστικός της ατμόσφαιρας που αποπνέει ολόκληρο το άλμπουμ, και παραμένει από τα πιο τρομακτικά κομμάτια στον τεράστιο κατάλογο του Bowie.
Στο εναρκτήριο κομμάτι “Beauty And The Beast”, ο στίχος “there’s slaughter in the air, protest on the wind” συνοψίζει με τον καλύτερο τρόπο τη Γερμανία στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Αν αυτό το άλμπουμ είχε σκοπό να συλλάβει την ατμόσφαιρα του ψυχροπολεμικού, χωρισμένου στα δύο Βερολίνου, το πέτυχε.
Η δεύτερη πλευρά μας συμπαρασύρει σε διαφορετικά τοπία δημιουργώντας την αίσθηση ότι ο πυρηνικός πόλεμος έχει ξεκινήσει και η καταστροφή έχει ήδη αρχίσει. Τα ambient ορχηστρικά κομμάτια μας ταξιδεύουν μέσα από την αμφιβολία (“Sense of Doubt”), τον ήρεμο σουρεαλισμό (“Moss Garden”), τον τρόμο ενός κατεστραμμένου κόσμου (“Neukoln”), και την πολυπολιτισμικότητα στο μυστηριώδες “The Secret Life of Arabia”, το οποίο κλείνει το άλμπουμ με μια κλιμάκωση σαν ένα cliffhanger σε ταινία.
Ενώ το “Heroes” είναι ένα εξαιρετικό άλμπουμ στο σύνολό του, υπάρχει ξεκάθαρα ένα κομμάτι που ξεχωρίζει, και αυτό δεν είναι άλλο από το ομώνυμο “Heroes”, ένα από τα σπουδαιότερα και εμβληματικότερα τραγούδια του Bowie, που εδώ βρίσκεται στην καλύτερη φάση του στιχουργικά. Ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρει την παράνοια, τον ρομαντισμό και την απελπισία όχι μόνο της προσωπικής του ζωής, αλλά και του Ψυχρού Πολέμου στους δύο κόσμους της πόλης του Βερολίνου, από τη μία και από την άλλη πλευρά του Τείχους, είναι μοναδικός. Ο ήχος, όπως και το κιθαριστικό παίξιμο του Fripp είναι πρωτοποριακός και ξεχωριστός και η ενορχήστρωση τύπου “wall of sound” δημιουργεί μια εντελώς αποπνικτική ατμόσφαιρα, με σταδιακό κρεσέντο μέχρι το τέλευταίο λεπτό, όπου όλα όσα έχουν συσσωρευτεί φτάνουν στο σημείο θραύσης.
Είναι συναρπαστικό το πώς ένας καλλιτέχνης μπορεί να κάνει ένα τόσο μεγάλο άλμα από ένα σπουδαίο άλμπουμ όπως το “Low” σε λιγότερο από ένα χρόνο. Πέρα από τις συγκρίσεις, το “Heroes” είναι απαραίτητο στον κατάλογο των άλμπουμ του Bowie για να καταλάβει κανείς τον άνθρωπο πίσω από τις περσόνες, έναν άνθρωπο με εθισμούς, κατάθλιψη και προσωπικούς δαίμονες που καταφέρνει παρά τα εμπόδια να δημιουργήσει το απόλυτο ψυχροπολεμικό άλμπουμ.
Το “Heroes” αγαπήθηκε από κοινό και κριτικούς και έφτασε στο Νο.3 στα charts. Η τεράστια συμβολή του Fripp στο άλμπουμ αλλά και στη γενικότερη καλλιτεχνική εξέλιξη του Bowie είναι αναγνωρισμένη από όλους και σήμερα το “Heroes” θεωρείται ένα από τα καλύτερα και επιδραστικότερα έργα του Bowie. Το ομότιτλο κομμάτι, που αρχικά δεν είχε επιτυχία ως single, έχει παραμείνει ένα από τα πιο γνωστά και πολυπαιγμένα τραγούδια του.
Bình luận